Το “Crash Bandicoot” έκανε το come-back της χρονιάς

Στο πλαίσιο της αναβίωσης κλασικών και αγαπημένων παιχνιδιών, είδαμε πρόσφατα την κυκλοφορία του Crash Bandicoot σε remaster έκδοση. Όταν η Nintendo είχε τον Mario και η Sega τον Sonic, η Sony χρειαζόταν μια αντίστοιχη μασκότ, η οποία θα συσπείρωνε τους παίχτες γύρω από τη νέα τότε και ελπιδοφόρα κονσόλα της, το PlayStation. H άγνωστη μέχρι τότε Naughty Dog δημιούργησε το αγαπημένο μαρσιποφόρο και τα υπόλοιπα αποτελούν ιστορία, πόσο μάλλον όταν έχουν περάσει 20 χρόνια από τότε. Με τα αρχικά παιχνίδια της σειράς να είναι από τα πρώτα παιχνίδια πολλών σημερινών παιχτών, ήταν λογικό όταν ανακοινώθηκε η επιστροφή του για το PS4, ο κόσμος να δείξει τον ενθουσιασμό του και το Crash Bandicoot NSane Trilogy να γίνει ένα από τα πιο αναμενόμενα παιχνίδια, ακόμα και ανάμεσα σε κολοσσούς. Το έργο της Vicarious Visions για το remaster του παιχνιδιού, μόνο εύκολο δεν ήταν καθώς όλος ο κώδικας έλειπε, οπότε έπρεπε να δημιουργήσουν τα πάντα εξ’ αρχής. Το αποτέλεσμα, όπως θα δούμε και στη συνέχεια είναι εξαιρετικό, πιστό στο αρχικό και βελτιωμένο όσο πρέπει.

Αναφορικά με το αισθητικό κομμάτι, τα γραφικά του παιχνιδιού είναι πανέμορφα. Κάθε επίπεδο έχει επανασχεδιαστεί ακριβώς το ίδιο, αλλά με πολύ καλύτερα γραφικά και κάποιες μικρές βελτιώσεις και προσθήκες όπως πχ animations στην αρχή του επιπέδου ή όταν χάνεις. Τα εφέ έχουν γίνει καλύτερα, η φωτιά και το νερό μοιάζουν πιο «πραγματικά», τα χρώματα είναι πιο ζωντανά και τα πάντα μοιάζουν πιο «καθαρά» και χωρίς pixels.Από τη στιγμή που θα επισκεφτείς και πάλι τα Wumpa Islands, θα θυμηθείς τα πάντα, με ένα γλυκό αίσθημα νοσταλγίας και οικειότητας. Οι παλιοί παίχτες θα ενθουσιαστούν με τα νέα γραφικά, τα οποία δείχνουν με λεπτομέρειες πράγματα που ήταν πολύ «χοντροκομμένα» στα παλιά. Οι νέοι παίχτες που θα του δώσουν μια ευκαιρία, δεν θεωρώ ότι θα μείνουν έκθαμβοι από τα γραφικά του, αλλά είναι αρκετά καλά, χωρίς τα γυαλιά της νοσταλγίας.

Το μουσικό κομμάτι έχει υποβληθεί επίσης σε αναβάθμιση, με τα κομμάτια να μην είναι ακριβώς τα ίδια, αλλά πολύ κοντά στο στυλ του soundtrack των πρώτων παιχνιδιών. Το tribal ύφος είναι το ίδιο, οι ηθοποιοί που έχουν δανείσει τις φωνές τους είναι οι ίδιοι, οι μελωδίες είναι πιασάρικες και σου κολλάνε και αφού κλείσεις το παιχνίδι και έχει δοθεί προσοχή σε μικρές λεπτομέρειες όπως τα βήματα του Crash που ακούγονται διαφορετικά αναλόγως του εδάφους και άλλα πολλά.

                Ίσως το πιο αδύναμο από όλα τα παιχνίδια να είναι το πρώτο της συλλογής, που έτσι κι αλλιώς οι διαφορές του με τα υπόλοιπα ήταν εμφανείς από παλιά, τόσο λόγω σχεδιασμού όσο και λόγω budget και ό, τι αυτό συνεπάγεται. Αν εξαιρέσεις το πρώτο παιχνίδι που οι δυνατότητες του είναι λίγο πιο περιορισμένες σε σχέση με τα άλλα δύο, το όλο πακέτο είναι αναβαθμισμένο σχεδόν σε όλους τους τομείς.

Μια πολύ σημαντική προσθήκη είναι αυτή του αυτόματου save, το οποίο μπορείς να απενεργοποιήσεις για κάποιον μαζοχιστικό λόγο. Το παιχνίδι διατηρεί τη δυσκολία των πρωτότυπων, παίζοντας σε πολλές περιπτώσεις με τα νεύρα σου, κυρίως λόγω του χειρισμού. Σε κάποιες φάσεις δεν βοηθάει τόσο πολύ, με αποτέλεσμα να οδηγεί σε λανθασμένους χειρισμούς και κινήσεις και αναπόφευκτα σε επανάληψη του επιπέδου. Χρειάζεται προσεκτικό παίξιμο, υπολογισμένα άλματα (χωρίς αυτό να εγγυάται την επιτυχημένη έκβαση τους) και αρκετός κόπος και υπομονή για να μαζέψεις όλα τα διαμάντια και να φτάσεις το 100%. Το δεύτερο παιχνίδι (“Cortex Strikes Back”) ίσως είναι το καλύτερο της τριλογίας με όλα τα έξτρα «καλούδια» που διαθέτει για εξερεύνηση, όπως μυστικά επίπεδα, έξτρα διαμάντια κλπ. Είναι πιο βατό από το πρώτο σε δυσκολία ή έστω, έτσι μοιάζει, αφού κι αυτό θα χρειαστεί κάποιες Χ προσπάθειες για μερικά σημεία. Ίσως ο λόγος που είναι πιο βατό από το πρώτο είναι ότι για οποιαδήποτε αποτυχία εδώ, ευθύνεται ο παίχτης και όχι η άκυρη πλατφόρμα που πρέπει να σπάσεις τα δάχτυλα σου ή το χειριστήριο εν τέλει για να την περάσεις. Πολλά άλματα, όσο και υπολογισμένα να είναι θα καταλήξουν στο κενό και εσύ στο προηγούμενο checkpoint ή ακόμα χειρότερα στην αρχή του επιπέδου. Το τρίτο παιχνίδι είναι ίσως το πιο εύκολο της τριλογίας και το πιο διασκεδαστικό, αφού τόσο οι περισσότερες κινήσεις του Crash όσο και η πιο βατή δυσκολία των επιπέδων βοηθάνε τον παίχτη να περνάει πιο εύκολα τα επίπεδα.

Στο σύνολο της η τριλογία θα σε δυσκολέψει σε μερικά σημεία, θα κάνει το controller, την τηλεόραση ή και τα δύο να κινδυνεύσουν, αλλά θα σε κάνει να θυμηθείς τα παλιά και να περάσεις καλά. Ένα platform game με όλα τα χαρακτηριστικά του είδους, «λουστραρισμένο» και ακόμα σε αυτή την ψευδο3D μορφή που το έκανε διάσημο. Στα θετικά του παιχνιδιού: τα γραφικά, τα animation, τα νέα puzzles και δυνατότητες, η προσθήκη της αδερφής του Crash της Coco ως χαρακτήρα που μπορείς να παίξεις μαζί του (χωρίς σημαντικές διαφορές),value for money: 3 παιχνίδια στην τιμή του ενός. Στα αρνητικά: ο χειρισμός σε σημεία που οδηγεί σε αναίτιους θανάτους ή σε άσκοπο παίδεμα, πχ όταν προσπαθείς να κολυμπήσεις και η διάρκεια που είναι σχετικά μικρή. Οι παλιοί παίχτες θεωρώ ότι θα το αγαπήσουν, θα περάσουν καλά και θα ανακαλύψουν νέα πράγματα όσο κι αν έχουν «λιώσει» τα παλιά. Οι καινούριοι παίχτες, αν δεν το αντιμετωπίσουν σαν παιχνίδι του 2017, αλλά σαν remake ενός κλασικού παιχνιδιού, θα διασκεδάσουν και θα τους αρέσει.

Διαβάστε ακόμα:

gif01

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Twitter picture

You are commenting using your Twitter account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s